Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Στοάς τού Βιβλίου
3ος κύκλος Οκτώβριος-Δεκέμβριος 2007
10 Μαθήματα Αρχαιογνωσίας
Οι Έλληνες: ελληνική γη, προέλευση, δημόσιος και ιδιωτικός βίος
Παρατίθεται ένα μέρος τής παρουσίασης «Ιδιωτικοί Χώροι στην Αρχαία Ελλάδα» τού Καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας, κ. Βασίλη Λαμπρινουδάκη.
——————————–
Η ιδιωτική κατοικία, το σπίτι των αρχαίων Ελλήνων, σε γενικές γραμμές, δεν ήταν πολυτελές, και ανταποκρινόταν κυρίως στις καθημερινές ανάγκες. Αναπτύχθηκε με αφετηρία τρία βασικά στοιχεία. Το πρώτο στοιχείο ήταν το φτωχό, μονόχωρο σπίτι των πρώιμων, κυρίως, χρόνων.
Ένα ομοίωμα τέτοιου σπιτιού των αρχών τού 7ου αιώνα π.Χ. από το Άργος δίνει ένα παράδειγμα τέτοιων σπιτιών με πρόσταση, ψηλή, δίριχτη (αμφικλινή) στέγη και επιχρισμένους, διακοσμημένους με χρώμα τοίχους. Ένα άλλο παράδειγμα από την κλασική εποχή στις Άνω Σίφες Βοιωτίας, δείχνει ότι και στην ανεπτυγμένη αυτή περίοδο υπήρχαν τέτοια σπίτια. Το πρώτο αυτό στοιχείο απετέλεσε τον πυρήνα όλων των μετέπειτα αρχαίων σπιτιών. Έμεινε ως ο κεντρικός χώρος, ο κατεξοχήν οίκος, μέσα στον οποίο υπήρχε η εστία τού σπιτιού, όπου συγκεντρωνόταν για φαγητό ή για άλλο σκοπό η οικογένεια.
Το δεύτερο αφετηριακό στοιχείο ήταν η «μόδα» τού συμποσίου που εισέβαλε στην Ελλάδα από την Ανατολή τον 7ο αιώνα π.Χ. Στο συμπόσιο ελάμβαναν μέρος μόνον άνδρες, ενώ γυναίκες εμφανίζονταν μόνο για να τέρψουν τους άνδρες με την μουσική και το κάλλος τους (αυλητρίδες).

Δημιουργήθηκε, λοιπόν, νωρίς ειδικός φροντισμένος χώρος κοντά στον οίκο για τον σκοπό αυτό, ο ανδρών, όπου περιμετρικά υπήρχαν οι κλίνες, στις οποίες ανακλίνονταν για το συμπόσιο οι άνδρες του σπιτιού και οι προσκεκλημένοι τους. Τον βλέπουμε ήδη στα σπίτια της Σμύρνης τού 7ου αιώνα π.Χ., και σε ένα πήλινο ομοίωμα των μέσων τού 6ου αιώνα π.Χ. από τη Θήρα. Εδώ, αντί κλινών έχουμε ακόμη καθίσματα, μια και στη Θήρα δεν είχε ακόμη εισχωρήσει η «μόδα» τού φαγητού σε κλίνη.
Το τρίτο στοιχείο που συνέβαλε στην εξέλιξη τού Ελληνικού σπιτιού ήταν η κατοικία μέσα στους ίσους κλήρους, τα τετράγωνα οικόπεδα των αποικιών.

Ο μονός χώρος που τοποθετήθηκε στη μία πλευρά, απέκτησε σιγά-σιγά, με την αύξηση των αναγκών, διπλανούς χώρους στη μία πλευρά και κατόπιν στις άλλες, δημιουργώντας έτσι τον τύπο τού αναπτυσσόμενου γύρω από μια αυλή πολύχωρου σπιτιού, όπου ο οίκος και ο ανδρών αποτελούσαν τους κυριότερους χώρους. Πρόστεγα, τα οποία προστάτευαν τους χώρους μιας πλευράς, δημιούργησαν το σχέδιο τής παστάδος, δηλαδή τού ανοικτού με υποστυλώματα στην πλατιά του πλευρά χώρου, ενώ το ανεπτυγμένο με βάση τα τρία αυτά στοιχεία κλασικό σπίτι το βλέπουμε σε παραδείγματα από πολλές, καλά μελετημένες πόλεις. Ο Πειραιάς, από τον πρώιμο 5ο αιώνα π.Χ., υιοθετεί τον τύπο τής προστάδος. Ο ίδιος τύπος επικρατεί και στην Πριήνη τον 4ο αιώνα π.Χ., όπου μάλιστα, σε ορισμένους δρόμους, στις ιδιοκτησίες προστίθενται μαγαζιά με ανεξάρτητες εισόδους.
Η Όλυνθος, από τον 4ο αιώνα π.Χ., υιοθετεί τον τύπο τής παστάδος, όπου οι ανδρώνες μπορούν πλέον να διακοσμούνται με πολυτέλεια.
Στην Αθήνα τού ύστερου 5ου π.Χ. αιώνα αναπτύσσεται κάτω από μακεδονική επίδραση το σπίτι με περιστύλιο, που υιοθετείται στη Ρόδο τής ίδιας εποχής και το οποίο περιγράφει ο Βιτρούβιος. Η ζωή στα σπίτια αυτά εξασφάλιζε τις στοιχειώδεις ανέσεις.

Παραδείγματα τού τύπου αυτού έχουμε από τη Δήλο μετά το 166 π.Χ. Η πλευρά τής παστάδας ήταν υπερυψωμένη, και ο οίκος είχε λάβει τώρα πολυτελέστερη μορφή, με συστήματα τριών κλινών γύρω από ένα τραπέζι, μετατρεπόμενος έτσι σε ένα δεύτερο χώρο υποδοχής, το τρικλίνιον.
Έλλειψη κανονικότητας τής ίδιας όμως πάντα βασικής δομής, παρατηρείται και στα σπίτια των πόλεων που διατήρησαν την προσθετική τους συγκρότηση. Είχαν, επομένως, δεδομένα τα ακανόνιστα σχήματα των οικοπέδων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα για την περίπτωση αυτή είναι οι οικίες τής κλασικής Αθήνας.
Ο οίκος και ο ανδρών εξοικονομούνται στον εκάστοτε προσφερόμενο χώρο, μερικές φορές σε διάδρομο έξω από την αυλή και δίπλα σε μαγαζί, το οποίο, βέβαια, έχει ανεξάρτητη είσοδο. Στα μαγαζιά αυτά αναπτύσσονταν οι βιοποριστικές δραστηριότητες τού ιδιοκτήτη. Σε ένα σπίτι δίπλα στην Αγορά τής Αθήνας αναγνωρίσθηκε ένα υποδηματοποιείο, που ανήκε πιθανότατα στον φίλο τού Σωκράτη Σίμωνα, κοντά στον οποίο ο φιλόσοφος συναντούσε μαθητές του που ήταν ακόμη πολύ νέοι για να πάνε στην Αγορά.

Οι γυναίκες είχαν τον ιδιαίτερο χώρο τους, τον γυναικωνίτη, συνήθως στον όροφο τής οικίας.
Η παρασκευή των γευμάτων γινόταν στην εστία τού οίκου ή στην κουζίνα, η οποία βρισκόταν δίπλα στον οίκο. Προς την πλευρά της κουζίνας υπήρχαν, στο ανώτερο μέρος τού τοίχου τού οίκου, ανοίγματα, ενώ ο χώρος τής ίδιας τής κουζίνας αναπτυσσόταν προς τα επάνω, σε μία μορφή καμινάδας, με ανοίγματα στη στέγη για την έξοδο τού καπνού. Πίσω από την κουζίνα, σε οίκους τής Ολύνθου, εξοικονομούσαν ένα μικρό χώρο λουτρού με πήλινη μπανιέρα.
Τα φαγητά ψήνονταν σε σχάρες, σούβλες και φουρνάκια ή βράζονταν σε χύτρες πάνω σε φουφούδες.
Αποχωρητήρια στα κλασικά σπίτια εντοπίζονται σε σπάνιες μόνο περιπτώσεις, όπως στη Δύστο τής νότιας Εύβοιας.
Συνήθως οι επείγουσες ανάγκες εξυπηρετούντο με δοχεία νυκτός.
Όσον αφορά τη νομική πλευρά τής ιδιοκτησίας, δικαίωμα κτήσης σπιτιού είχαν κανονικά μόνο οι πολίτες. Οι ξένοι σε εξαιρετικές μόνο περιπτώσεις αποκτούσαν αυτή τη δυνατότητα, εφόσον τους χορηγούσαν το δικαίωμα τής εγκτήσεως. Οι υπερβάσεις στην κατασκευή τού σπιτιού, όπως κατάληψη δημόσιου χώρου, προβολή των ορόφων πάνω από δρόμους, άνοιγμα παραθύρων στο δρόμο, ελέγχονταν από ειδικές αρχές (π.χ. τους δέκα αστυνόμους στην Αθήνα) και τιμωρούνταν. Οι αστυνόμοι έλυναν και τα προβλήματα μεταξύ γειτόνων, όπως π.χ. τα έξοδα για επισκευές μεσοτοιχιών, ή βλάβες από νερά τής στέγης τού γείτονα – το τελευταίο το διαπραγματεύεται διεξοδικά ο Πλάτων στους Νόμους του.

Το σπίτι μπορούσε κανείς να το πουλήσει και η ισχύς τής δικαιοπραξίας εξασφαλιζόταν με προηγούμενη δημόσια ανακοίνωση, με μάρτυρες, συνήθως τους γείτονες και, όταν δεν αρκούσε ο προφορικός λόγος, με συμβόλαια τα οποία κρατούσαν οι μνήμονες, ένα είδος συμβολαιογράφων, και τα οποία τελικά κατέληγαν στο αρχείο τής πόλης.