Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Στοάς τού Βιβλίου
7ος κύκλος Ιανουάριος – Μάρτιος 2009
10 Μαθήματα Αρχαιολογίας
«Από τον δημόσιο και ιδιωτικό βίο στην αρχαία Ελλάδα. Ενδιαφέρουσες εμπειρίες ζωής»
Παρατίθεται ένα μέρος τής παρουσίασης «Από τον δημόσιο και ιδιωτικό βίο στην αρχαία Ελλάδα. Ενδιαφέρουσες εμπειρίες ζωής» τού Καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας, κ. Βασίλη Λαμπρινουδάκη.
Υγεία και Aσθένεια Β΄
γ. Οι γιατροί

Το επάγγελμα του γιατρού, εάν είναι σωστή η ανάγνωση που προτάθηκε τελευταία, εμφανίζεται ήδη στα μυκηναϊκά κείμενα, με τη λέξη ιατήρ και έναν Άσιο ιανατόμο, δηλαδή κάποιον που εξέταμνε ιούς, δηλαδή βέλη, όπως αναφέρεται και στην Ιλιάδα για το γιατρό που ιούς τ’ εκτάμνει επί τ’ ήπια φάρμακα πάσσει. Πάντως γιατροί με την πλήρη σημασία της λέξης, προς τους οποίους εκφράζεται από την αρχή σεβασμός, εμφανίζονται με βεβαιότητα από τον 6ο π.Χ. αιώνα. Από την πρώιμη αυτή εποχή είναι χαρακτηριστικά τρία μνημεία: O μαρμάρινος δίσκος του Αινίου (εικ. 2), αρίστου ιατρού από το περ. 500 π.Χ., που είδαμε στο προηγούμενο μάθημα (βλ. Υγεία και Ασθένεια Α΄),

ένα άγαλμα πιο πρώιμο, από το 580/570 π.Χ., που εικόνιζε με το αρχαϊκό σχήμα του κούρου το γιατρό Σομβροτίδα πάνω στον τάφο του από τα Υβλαία Μέγαρα στη Σικελία (εικ. 3α-β),
και ένα τρίτο, μια ιωνική επιτύμβια στήλη στη Βασιλεία από το 480 π.Χ. (εικ. 4α-β). Η στήλη αυτή παριστάνει ένα γιατρό με το νεαρό βοηθό του στο ιατρείο του, όπως δείχνουν οι σικύες (βεντούζες), που άλλες κρατάει το παιδί και άλλες είναι κρεμασμένες στον τοίχο (στο δεξί χέρι κρατούσε πιθανώς ένα κομμάτι ύφασμα που καιόταν με μια τσιμπίδα).
Είδαμε στο προηγούμενο μάθημα ότι το λειτούργημα του γιατρού θεωρήθηκε ως συμβολή στη θεία προστασία της υγείας και η ιατρική γνώση ως κληρονομιά της θείας θεραπευτικής ικανότητας (εικ. 5α-β-γ-δ: Χαρακτηριστικές απεικονίσεις: (α) γιατρού με τον βοηθό του σε επιτύμβια στήλη στη Θήβα από τον 4ο π.Χ. αιώνα, ο οποίος αποδίδεται σαφώς με τον συνήθη εικονιστικό τύπο του Ασκληπιού (β), γιατρού από τον 2ο μ.Χ. αιώνα στο Βατικανό (γ) και του 4ου π.Χ. αιώνα στη Νάπολη (δ). Έτσι, η μόρφωση του γιατρού γινόταν στην αρχή, αλλά και αργότερα, μέσα σε ορισμένες οικογένειες που ανέβαζαν το γενεαλογικό τους δέντρο σε ένα θείο θεραπευτή. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η οικογενειακή οργάνωση των γιατρών της Κω, που θεωρούνταν απόγονοι του Ασκληπιού.
Βέβαια, με τον καιρό η ιατρική εκπαίδευση μπορούσε να γίνει παράλληλα κοντά σε έμπειρους γιατρούς, τους οποίους ο εκπαιδευόμενος έπρεπε να πληρώσει. Το λιγότερο που μπορούσε να διαρκέσει μια τέτοια εκπαίδευση ήταν έξι μήνες, αλλά γιατροί με τέτοια πείρα δεν είχαν καλή φήμη. Γνωρίζουμε ότι διακεκριμένοι αρχαίοι γιατροί έμεναν κοντά στους δασκάλους τους γύρω στα έξι χρόνια, όσο δηλαδή διαρκεί και η βασική σημερινή ιατρική σπουδή. Ο Γαληνός μάλιστα σπούδασε σε διάφορους τόπους για δώδεκα χρόνια, περίπου δηλαδή όσα χρειάζεται ο σύγχρονος γιατρός, με το αγροτικό και την ειδικότητα, για να βγει στο επάγγελμα. Ένα μάθημα ιατρικής και μάλιστα ανατομίας, απεικονίζεται σε μια τοιχογραφία του 4ου μ.Χ. αιώνα σε κατακόμβη της Ρώμης, με χριστιανική βέβαια ερμηνεία, ως αλληγορία του ιατρού ψυχών και σωμάτων, του Χριστού. Μπροστά σε ένα πτώμα με ανοιχτά σπλάγχνα ο δάσκαλος διδάσκει τους μαθητές, ενώ δίπλα ένας βοηθός δείχνει με μια βέργα τα αναφερόμενα όργανα (εικ. 6).

Χαρακτηριστική είναι μια σχετική με τέτοια μαθήματα πληροφορία του Μαρτιάλη από τον 1ο π.Χ. αιώνα, που διηγείται την περιπέτειά του κατά την επίσκεψή του σε ένα φημισμένο γιατρό, ο οποίος έκανε την εξέτασή του διδάσκοντας τους μαθητές του (εικ. 7). Ο ίδιος ο Μαρτιάλης αρρώστησε με την εξέταση, αφού υπέστη, όπως λέγει, διαρκές πασπάτεμα επί ώρες από τα κρύα χέρια των μαθητών που έπρεπε να ασκηθούν πάνω του.

Στους Ελληνιστικούς χρόνους οι γιατροί ανέπτυξαν ειδικότητες. Υπήρχαν γενικοί, παθολόγοι γιατροί, χειρουργοί, ωτολόγοι και οφθαλμίατροι, όπως φαίνεται στην μικρή πλευρά μιας σαρκοφάγου του 3ου μ.Χ. αιώνα στη Ραβέννα (εικ. 8), οδοντίατροι, γυναικολόγοι, αισθητικοί, ακόμη και κτηνίατροι, όπως οι στρατιωτικοί ιππίατροι.

Χαρακτηριστικές είναι περιπτώσεις ζευγαριών γιατρών με διάφορες ειδικότητες, όπως π.χ. της μαίας Σκριβωνίας Αττικής, που εικονίζεται σε ανάγλυφο του 2ου μ.Χ. αιώνα από την Όστια τη στιγμή που ξεγεννά έγκυο γυναίκα (εικ. 9α-β). Ο άντρας της, ο Μάρκος Ούλπιος Αμέριμνος, που ήταν χειρουργός, εμφανίζεται σε ένα άλλο ανάγλυφο της Όστιας να προετοιμάζει επέμβαση στην κνήμη ενός πελάτη σφουγγίζοντάς την και έχοντας δίπλα τα χειρουργικά του εργαλεία (εικ. 9γ-δ).
Από την Ελληνιστική εποχή εμφανίζεται και η ιδιότητα του αρχιάτρου, από το πρώτο συνθετικό της οποίας προέκυψε η γερμανική λέξη Arzt, γιατρός. Οι αρχίατροι φαίνεται ότι ήταν οι προσωπικοί γιατροί ηγεμόνων ή δημόσιοι γιατροί πόλεων, που απολάμβαναν ειδικά προνόμια και μια υψηλότερη κοινωνική θέση.
Γιατροί στην Ελλάδα γίνονταν γενικά ελεύθεροι πολίτες, με τον καιρό, όμως, μπορούσαν και δούλοι να ευδοκιμήσουν στο επάγγελμα, μαθαίνοντας κοντά στον κύριό τους, επιτυγχάνοντας την απελευθέρωσή τους και ασκώντας την ιατρική ως απελεύθεροι. Μια τέτοια περίπτωση αντιπροσωπεύει ο γιατρός Αίλιος Κλαύδιος Μητρόδωρος, που παρουσιάζεται σε επιτύμβιο ανάγλυφο από το 1ο π.Χ. αιώνα με μέλη της οικογένειάς του (εικ. 10). Ο Μητρόδωρος ήταν απελεύθερος ελληνικής καταγωγής, όπως δείχνει το όνομά του, και προφανώς όπως πολλοί άλλοι, μετακινήθηκε προς τη Δύση εκρωμαΐζοντας την ταυτότητά του.

Οι γιατροί ήταν κατά το πλείστον άνδρες. Όμως, υπήρχαν και γυναίκες γιατροί. Οι γυναίκες κάλυπταν στην αρχή κυρίως τις ανάγκες της μαιευτικής, όπως μαρτυρούν ήδη αρχαίες παραστάσεις από τα μέσα του 6ου π.Χ. αιώνα (εικ. 11).

Γρήγορα, όμως, οι γυναίκες απέκτησαν στον χώρο αυτό περισσότερες γνώσεις και εμπειρία, ιδιαίτερα στη γυναικολογία και την παιδιατρική, και από τα μέσα του 4ου π.Χ. αιώνα εμφανίζονται να έχουν κατακτήσει τον τίτλο του ιατρού , όπως βλέπουμε στο επιτύμβιο ανάγλυφο της μαίας και ιατρού, σύμφωνα με την επιγραφή στη στήλη, Φανοστράτης από το Μενίδι (εικ. 12). Μια από τις σύγχρονες ερμηνείες της παράστασης αναγνωρίζει την Φανοστράτη στην καθήμενη γυναίκα, η οποία ως γιατρός δέχεται την επίσκεψη μητέρας που φέρνει τα παιδιά της για εξέταση. Χαρακτηριστικό είναι πάντως το επίγραμμα στη στήλη που σημειώνει (σε παράφραση) «Η μαία και ιατρός Φανοστράτη είναι εδώ θαμμένη. Η ίδια δεν προξένησε πόνο σε κανένα. Όμως όλοι μας πονάμε, καθώς μας λείπει από τότε που πέθανε».

Ο ειλητός στα χέρια μιας άλλης ιατρού, της Μούσας, στην επιτύμβια παράστασή της από τον 1ο π.Χ. αιώνα, υπογραμμίζει την θεωρητική κατάρτιση της εικονιζόμενης γιατρού (εικ. 13).

Ο χώρος εργασίας των γιατρών ήταν ο χώρος του ασθενούς τους ή το προσωπικό τους ιατρείο. Ένα τέτοιο ιατρείο βλέπουμε σε μια εξαιρετικά σπάνια παράσταση επάνω σε έναν αρύβαλλο από το 470 περίπου π.Χ. που βρίσκεται σήμερα στο Λούβρο (εικ. 14α-δ). Στη μέση κάθεται ο γιατρός και περιποιείται πάνω από μια λεκάνη το χέρι ενός ασθενούς που φαίνεται ότι αιμορραγεί. Δεξιά τους κάθεται άλλος ασθενής που περιμένει τη σειρά του, με επίδεσμο στον αριστερό βραχίονα. Πίσω του άλλη μορφή που δεν σώζεται καλά. Στον γιατρό προσέρχονται από τα αριστερά δύο άλλοι ασθενείς, ο πρώτος με επίδεσμο στο πόδι και ο δεύτερος με τον θώρακα τυλιγμένο με χοντρό ύφασμα. Ένας νάνος τους υποδέχεται κρατώντας έναν λαγό. Ήταν πιθανώς ο υπηρέτης του γιατρού, που εισέπραττε την πληρωμή σε είδος.
Από τον 4ο μ.Χ. αιώνα έχουμε μια σχετική με το περιβάλλον του γιατρού παράσταση επάνω σε σαρκοφάγο από την Όστια (εικ. 15α-β). Ο γιατρός κάθεται μπροστά στην ανοιχτή βιβλιοθήκη του, ένα ερμάρι με ράφια, όπου φυλάσσονται οι περγαμηνές, και μελετά ένα ανοιγμένο βιβλίο. Πάνω στη βιβλιοθήκη είναι ακουμπισμένη ανοιχτή μια θήκη με χειρουργικά εργαλεία.
Πάντως, νοσοκομεία, με τη σύγχρονη έννοια, δεν υπήρχαν στην αρχαιότητα. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι τη σημερινή έννοια του νοσοκομείου πλησίασαν τα αναρρωτήρια των ρωμαϊκών στρατοπέδων, τα οποία ήταν κτήρια με πλήθος από αεριζόμενα δωμάτια και διαδρόμους γύρω από μια κεντρική αυλή (εικ. 16α-β).
Θεραπευτικές εγκαταστάσεις ήταν επίσης τα ιαματικά λουτρά. Ο Πλούταρχος επί παραδείγματι περιγράφει τα λουτρά της Αιδηψού, τα οποία λειτουργούσαν από τότε με κομψά σπίτια και αρκετή κοινωνική ζωή. Ένα λουτρό που λειτούργησε ήδη από τον 4ο π.Χ. αιώνα σε άμεση σχέση με ένα Ασκληπιείο είναι αυτό που αποκαλύφθηκε στη Γόρτυνα της Αρκαδίας και περιείχε χώρους για προετοιμασία και διάφορα στάδια λουτρού (εικ. 17α-β) .

Το ιατρικό επάγγελμα ήταν και στην αρχαιότητα, όπως και σήμερα, από τα πιο καλοπληρωμένα. Εκτός από τους ιδιώτες, υπήρχαν και δημόσιοι γιατροί. Οι πόλεις μπορούσαν να συγκεντρώνουν χρήματα για να αποκτήσουν φημισμένους τέτοιους γιατρούς, οι οποίοι απολάμβαναν ειδικών προνομίων. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του γιατρού Δημοκίδη, που έφυγε από τον Κρότωνα τον 6ο π.Χ. αιώνα για να εργασθεί ως δημόσιος γιατρός στην Αίγινα με μισθό 17 δραχμές την ημέρα. Οι Αθηναίοι, ύστερα από λίγο καιρό του προσέφεραν τα διπλά, για να εργασθεί στην πόλη τους. Μπορούμε να εκτιμήσουμε το ύψος αυτών των αμοιβών, αν αναλογισθούμε ότι μερικά χρόνια αργότερα ένας τεχνίτης στα έργα της Ακρόπολης κέρδιζε μία δραχμή την ημέρα. Ανάλογο παράδειγμα υψηλών αμοιβών από μεταγενέστερους χρόνους είναι η περίπτωση του Γαΐου Στερτινίου Ξενοφώντος από την Κω (εικ. 18), ο οποίος ευδοκίμησε στην υπηρεσία των Ρωμαίων αυτοκρατόρων τον 1ο μ.Χ. αιώνα, και που έφθασε να κερδίζει τόσα, ώστε να θεωρεί πλέον ασύμφορη την απασχόλησή του στον αυτοκρατορικό οίκο, η οποία του εξασφάλιζε μισθό 500 χιλιάδων σηστερσίων.

Από την άλλη πλευρά, βέβαια, η προσφορά υπηρεσιών των γιατρών δωρεάν ήταν συνηθισμένη στην αρχαιότητα και έχουμε ψηφίσματα πόλεων που τιμούν δημόσια γιατρούς για τις υπηρεσίες και την αυταπάρνησή τους. Χαρακτηριστικό του ήθους των γιατρών της αρχαιότητας είναι το κείμενο που παραδόθηκε ως Όρκος του Ιπποκράτη. Μολονότι περιλήφθηκε στην παράδοση της Ιπποκρατικής Συλλογής μόλις τον 1ο μ.Χ. αιώνα, φαίνεται ότι περιέχει πλατιά διαδεδομένες από πολύ παλιότερα αντιλήψεις. Με το κείμενο αυτό ο γιατρός δεσμεύεται ενώπιον των θεών μεταξύ άλλων να δίνει ιατρικές συμβουλές μόνο για το καλό του αρρώστου, να μη δώσει σε κανένα θανατηφόρο φάρμακο, έστω και αν του το ζητήσουν, ή φάρμακο σε γυναίκα για να αποβάλει. Δεσμεύεται, επίσης, να μπαίνει πάντα στα σπίτια των ανθρώπων για το καλό τους και να μένει μακριά από κάθε αδικία, ιδιαίτερα μακριά από κάθε πράξη αφροδισιακή πάνω σε σώματα γυναικεία ή ανδρικά, ελευθέρων ή δούλων. Άλλη επίσης σημαντική δέσμευση είναι ότι, όσα θα ακούει ή θα βλέπει ασκώντας το επάγγελμά του, θα τα σκεπάζει με τη σιωπή του. Οι επιταγές αυτές ορίζουν ακόμη και σήμερατο ήθος που πρέπει να διακρίνει ένα θεράποντα της ανθρώπινης υγείας (εικ.19) .
δ. Φάρμακα και ιατρικά εργαλεία
Κατά την αρχαιότητα, κατά την οποία η χημεία δεν είχε αναπτυχθεί, οι γιατροί δεν ήταν σε θέση να απομονώσουν ουσίες και να δημιουργήσουν ειδικούς θεραπευτικούς συνδυασμούς. Είχαν όμως πλατιά γνώση των θεραπευτικών ιδιοτήτων των διαφόρων φυτικών και ορυκτών ουσιών. Ιδιαίτερα, από την εποχή του Αριστοτέλη τον 4ο π.Χ. αιώνα, και ειδικότερα με τα έργα του μαθητή του Θεοφράστου που προώθησαν τη φυσική επιστήμη, η βοτανολογία και η ιατρική της πλευρά γνώρισαν μεγάλη πρόοδο. Από τα διάφορα αρχαία συγγράμματα, στα οποία αποθησαυρίστηκε η ευρεία αυτή γνώση των αρχαίων φαρμακολόγων, τα πιο φημισμένα είναι τα βιβλία του Διοσκουρίδη, που έζησε το 1ο μ.Χ. αιώνα και ήταν στρατιωτικός γιατρός του Νέρωνα. Αναφέρονται σε όλες τις σχετικές με την υγεία ιδιότητες της φυτικής και ορυκτής ιατρικής ύλης (εικ. 20α-β-γ-δ-ε), όπως π.χ. στην ισχυρή ναρκωτική επίδραση του μανδραγόρα (α), την αιμοστατική ιδιότητα της λυσιμαχίας (β), την ιδιότητα του πρασίου, ενός είδους ρίγανης (γ), να βοηθά το αναπνευστικό όταν λαμβανόταν αναμεμιγμένο σε μέλι και γάλα, ή την θεραπευτική επίδραση της αγριμονίας, κοινώς φονόχορτου (δ), ιδιαίτερα σε παθήσεις του συκωτιού, αλλά και στη φαρυγγίτιδα, στις δυσεντερίες και σε άλλα. Μερικές φορές οι ιδιότητες των φυτών λάμβαναν ίσως φανταστικές διαστάσεις, όπως π.χ. στην περίπτωση του κρητικού δικτάμου (ε), το οποίο κατά τον Αριστοτέλη έτρωγαν οι χτυπημένοι από κυνηγούς αίγαγροι, τα σημερινά κρι-κρι, και γίνονταν καλά.
Μέσω πάντως πολλών λατινικών και αραβικών μεταφράσεων (εικ. 21), οι συγγραφές του Διοσκουρίδη επηρέασαν, μαζί με τα ανάλογα συγγράμματα του Γαληνού, τις μετέπειτα ιατρικές πρακτικές και επέζησαν ως τις μέρες μας στις σχετικές λαϊκές γνώσεις (εικ. 22).
Στις αγορές ριζοτόμοι, αρωματοπώλες και φαρμακοπώλες πουλούσαν φάρμακα που έφτιαχναν οι ίδιοι, αλλά οι γιατροί τους θεωρούσαν όλους αυτούς κομπογιαννίτες και προτιμούσαν να αγοράζουν την πρώτη ύλη και να φτιάχνουν οι ίδιοι τα φάρμακα. Ο Γαληνός μάλιστα φρόντισε να ενημερωθεί για τους τρόπους νοθείας που χρησιμοποιούσαν οι προμηθευτές, ώστε να είναι βέβαιος για την ποιότητα των φαρμάκων του. Από την αρχαιότητα έχουν σωθεί φιαλίδια που περιείχαν φάρμακα από γνωστούς προμηθευτές, στους οποίους το κοινό είχε εμπιστοσύνη. Τέτοια είναι π.χ. τα μολύβδινα φιαλίδια με τη σφραγίδα του Νυμφοδώρου από την Πριήνη, ο οποίος κατασκεύαζε τον 3ο και 2ο π.Χ. αιώνα το φάρμακο λύκιον και το διακινούσε στη Μεσόγειο. Το λύκιον παρασκευαζόταν από το χυμό της ρίζας ενός θαμνώδους φυτού, του ράμνου (πολλά είδη: βουρβουλιά, κιτρινόξυλο, λευκαγκαθιά, μαυραγκαθιά κ.ά.) και χρησίμευε για την καταπολέμηση παθήσεων του δέρματος, της δυσκολίας στην πέψη, ακόμα και για τη θεραπεία της λύσσας (εικ. 23α-β).
Με τα θεραπευτικά υλικά οι γιατροί κατασκεύαζαν επίσης χάπια και αλοιφές ή κολλύρια. Τα χάπια τα αποκαλούσαν τροχίσκους, και γίνονταν με ανάμειξη του φαρμάκου με λίπος σε ρευστή κατάσταση, και στη συνέχεια πήξη του μίγματος. Από τα βόρεια σύνορα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, όπου οι λεγεώνες διατηρούσαν στρατόπεδα και αναρρωτήρια, προέρχονται πολλά σχετικά αντικείμενα, όπως π.χ. το καπάκι μιας μολύβδινης πυξίδας φαρμάκων από τα χρόνια του Χριστού, πάνω στο οποίο διαβάζουμε ex radice britanica, δηλαδή ότι το φάρμακο που περιείχε είχε γίνει από τη βρετανική ρίζα, ένα είδος λαπάθου, (το λαϊκό όνομα είναι ξινήθρα), το οποίο φύεται άφθονα στη Βρετανία (εικ. 24).

Τις αλοιφές και τα κολλύρια για τα μάτια τα έφτιαχναν με τον ίδιο τρόπο, ή με κερί αντί για λίπος. Αυτά πλάθονταν σε μορφή μικρών ράβδων, που τις αποκαλούσαν αρτίδια, δηλαδή ψωμάκια (εικ. 25α-β). Προτού κρυώσει το μίγμα σφραγιζόταν με τη “συνταγή” του γιατρού ή τα αντίστοιχα στοιχεία του παρασκευαστή, και αφού έπηζε, διοχετευόταν στην κατανάλωση. Στον ασθενή το αρτίδιο δινόταν ολόκληρο ή κομμάτια του διαλυμένα σε γάλα ή ασπράδι αυγού. Εκατοντάδες από τέτοια φάρμακα έχουν σωθεί από τις βόρειες ρωμαϊκές περιοχές. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το αρτίδιο του παρασκευαστή Κασσίου Δορυφόρου. Βρέθηκε σε τάφο στην Κολωνία και πάνω του αναγράφεται ο παρασκευαστής, το συστατικό και η πάθηση για την οποία προορίζεται: C. Cass(ii) Doryp(hori) (diamy)sus ad diat(hesis) [= από τον Κάσσιο Δορυφόρο, για αποτρεπτικό κακώσεων (των οφθαλμών), δηλαδή φλεγμονών, προς βοήθεια της διάθεσης, δηλαδή της υγείας της οφθαλμικής περιοχής]. Τα βασικά του συστατικά βρέθηκαν με ανάλυση ότι ήταν μόλυβδος και λιπαρά οξέα με πρόσμιξη καλίου, ασβεστίου και θειικού ασβεστίου, δηλαδή στυπτηρίας. Χαρακτηριστικό πάλι παράδειγμα των σφραγίδων που χρησιμοποιούσαν για την σφράγιση των αρτιδίων είναι οι σφραγίδες από στεατίτη του Ιανουαρίου στο Mainz της Γερμανίας που προέρχονται από την πόλη Reims των αυτοκρατορικών χρόνων. Στις τέσσερις στενές πλευρές του πλακιδίου της σφραγίδας (η κάθε πλευρά 1 Χ 5 εκ.) είναι σκαλισμένα με ανάποδη γραφή ανάλογα στοιχεία με αυτά που είδαμε στο αρτίδιο για τέσσερα διαφορετικά φάρμακα: Ianuar(i) diapsoricum ad claritat(em), δηλαδή «του Ιανουαρίου αλοιφή ψώρας για την καθαρότητα (της όρασης)», Ianuar(i) euvvode(s) ad aspritudines, δηλαδή «του Ιανουαρίου ευωδιαστό για το τράχωμα» κ.ο.κ.
Η προληπτική αλλά και η θεραπευτική ιατρική απαιτούσε ήδη κατά την αρχαιότητα διάφορα είδη δίαιτας, που μας έχουν σωθεί σε σχετικά κείμενα, γραμμένα στην πέτρα ή σε παπύρους (εικ. 26) . Ένα παράδειγμα είναι το ευχαριστήριο κείμενο που έγραψε τον 2ο μ.Χ. αιώνα σε αναθηματική στήλη στο ιερό του Ασκληπιού της Επιδαύρου ο Μάρκος Ιούλιος Απελλάς από την Μικρά Ασία. Ο Απελλάς έπασχε από δυσπεψία. Εκτός από τα λουτρά και τη γυμναστική, ο θεός του παρήγγειλε να τρώει ψωμί, τυρί, σέλινα και μαρούλι και να πίνει γάλα με μέλι. Γράφει χαρακτηριστικά: μια μέρα που ήπια μόνο γάλα μου είπε ο θεός «μέλι να βάλεις στο γάλα, για να γίνει εύπεπτο».

Εκτός, όμως, από τη δίαιτα και τα φάρμακα η αντιμετώπιση των ασθενειών προέβλεπε και πλήθος επεμβάσεων που απαιτούσαν ειδικά εργαλεία. Για τα εργαλεία αυτά μαθαίνουμε από αρχαίες παραστάσεις και από ευρήματα σε ιερά και σε τάφους. Το εργαλείο το οποίο από πολύ ενωρίς αποτέλεσε το σύμβολο της ιατρικής δραστηριότητας ήταν η σικύα, δηλαδή η βεντούζα (εικ. 27α-β).
Βεντούζες από πηλό, χαλκό ή αργότερα γυαλί εφαρμόζονταν στο σώμα με αφαίρεση του αέρα, που επιτυγχανόταν ή με τοποθέτηση αναμμένου φιτιλιού από κάτω της, το οποίο βέβαια έσβηνε αμέσως μετά την αεροστεγή εφαρμογή, ή με αναρρόφηση του εγκλειόμενου αέρα με διάφορους τρόπους. Ο Ήρων από την Αλεξάνδρεια από τον 3ο π.Χ. αιώνα περιγράφει μια εξελιγμένη βεντούζα, η οποία διέθετε διάφραγμα στη μέση. Ο γιατρός αφαιρούσε τον αέρα από μια βαλβίδα στον ανώτερο χώρο και, αφού τοποθετούσε τη βεντούζα, άνοιγε μια δεύτερη βαλβίδα, που άφηνε τον αέρα του κάτω χώρου να διαφύγει προς τον ανώτερο. Έτσι επιτυγχανόταν με αυτόν τον τύπο το κενό αέρα στη βάση, το οποίο στις κοινές βεντούζες γινόταν με το καιόμενο φιτίλι. Το κενό αέρα προκαλούσε την επιδιωκόμενη αυξημένη αιμάτωση στην περιοχή εφαρμογής. Πιο επίπονη ήταν η αφαίμαξη με τις βεντούζες. Στην περίπτωση αυτή, πριν από την εφαρμογή, χαρασσόταν το δέρμα. Ήταν οι παραδοσιακές «κοφτές» βεντούζες.
Βασικά, όμως, εργαλεία του γιατρού ήταν και τα διάφορα μαχαίρια και νυστέρια. Σε ένα αναθηματικό ανάγλυφο της ρωμαϊκής αυτοκρατορικής εποχής από το Ασκληπιείο της Αθήνας εικονίζεται μια εργαλειοθήκη γιατρού ανάμεσα σε βεντούζες (εικ. 28α). Μέσα της είναι τοποθετημένα τρία μαχαίρια με πλατιά καμπύλη λεπίδα ειδικά για τη χάραξη του δέρματος στις κοφτές βεντούζες και γενικά την αφαίμαξη, αλλά και για την αφαίρεση του πύου από διάφορα εμπυήματα. Υπάρχουν ακόμη δύο απλούστερα μαχαίρια με στενή καμπύλη λεπίδα και ένας αναβολέας για την ανάταξη οστών. Ενδιαφέρουσα είναι και η μορφή σπάτουλας που έχει η λαβή των μαχαιριών. Η λαβή γινόταν επίσης εργαλείο μετά την τομή, για να διαστείλει ο γιατρός τα χείλη της πληγής, ή σε εγχειρίσεις π.χ. φλεβίτιδας, για να ξεχωρίσει τις φλέβες από τη σάρκα. Μερικά εργαλεία ήταν πολυτελή, με επίχρυσες ή επάργυρες λαβές (εικ. 28β).
Υπήρχαν και ειδικότερα μαχαίρια, όπως το φλεβοτόμον για τη φλεβοτομία (εικ. 29α), ένα λεπτό νυστέρι για την αφαίρεση του πολύποδα στη μύτη (εικ. 29β), το σταφυλοτόμον για την αφαίρεση της σταφυλής στο λάρυγγα και του πτερυγίου στο μάτι (εικ. 29γ) ή το αγκυλοτόμον με δρεπανοειδή λεπίδα για την αφαίρεση των αμυγδαλών (εικ. 29δ).
Για την αφαίρεση νεκρού εμβρύου, κατά την οποία γινόταν ένας επίπονος τεμαχισμός της κεφαλής και των ώμων του εμβρύου μέσα στο σώμα της μητέρας, είχε εφευρεθεί ένα μικρό δίκοπο μαχαιράκι σε σχήμα νυχιού, ο όνυξ, που στερεωνόταν με δαχτυλίδι στον αντίχειρα του γιατρού.
Την εργασία με τα νυστέρια εξυπηρετούσε και μια σειρά από άγκιστρα και βελόνες (εικ. 30α-β). Τα άγκιστρα μπορούσαν να είναι αιχμηρά για να συγκρατούν γλιστερά μέρη κατά την επέμβαση, π.χ. ιστούς και αιμοφόρα αγγεία, ή να έχουν αμβλεία απόληξη για να κρατούν ανοικτά τα χείλη του τραύματος, ή ακόμα και να συνδυάζουν τις δύο δυνατότητες. Για τη ραφή των τραυμάτων χρησιμοποιούσαν, όπως και σήμερα, βελόνες με λινή ή μάλλινη κλωστή. Για λεπτές επεμβάσεις, όπως π.χ. για τον καταρράκτη στο μάτι, χρησίμευαν άλλες βελόνες με αδρές λαβές, για σταθερό κράτημα και πάχυνση σε κάποιο σημείο, ένα είδος φρένου για ελεγχόμενη εισχώρηση.
Για τις χειρουργικές επεμβάσεις στα οστά υπήρχαν επίσης ειδικά εργαλεία. Μολονότι οι ακρωτηριασμοί οστών εθεωρούντο από τον Ιπποκράτη περιττό τόλμημα και ήταν γενικά σπάνιοι, γνωρίζουμε ότι για την περίπτωση χρησιμοποιούνταν πριόνια και κοπίδια (εικ. 31α-β).
Για την ανάταξη σπασμένων ή εξαρθρωμένων οστών είδαμε ήδη στο ανάγλυφο με την εργαλειοθήκη γιατρού από το Ασκληπιείο της Αθήνας (εικ. 28α) ότι υπήρχαν οι αναβολείς, μοχλοί δηλαδή με πλατιές και καμπύλες απολήξεις, για να επαναφέρονται τα οστά στη σωστή τους θέση. Για την κρανιοτομία, προκειμένου να απομακρυνθούν εμπιέσματα οστών ή να αντιμετωπισθούν αιματώματα, είχαν αναπτυχθεί ειδικά τρυπάνια, που είχαν τη μορφή μικρού κυλίνδρου με πριονωτά χείλη κάτω και σταυρωτό οδηγό στο εσωτερικό που κανόνιζε το βάθος της τομής. Το τρυπάνι περιστρεφόταν κατά την εφαρμογή του τυλιγμένο στη χορδή ενός δοξαριού (εικ. 32).
Ο γιατρός μπορούσε όμως, εφόσον το επέτρεπε η περίπτωση, να μη χρησιμοποιήσει τέτοιο τρυπάνι και να καθαρίσει την τραυματισμένη περιοχή με απόξεση με τα εργαλεία που είδαμε πιο πάνω. Οι επεμβάσεις στο κρανίο τεκμηριώνονται με ευρήματα από πολύ παλιά, από τη Νεολιθική εποχή, αν και τότε δεν ξέρουμε αν απέβλεπαν σε θεραπεία ή γίνονταν για θρησκευτικούς λόγους. Στον Ελληνικό χώρο έχουμε όμως αποδείξεις ότι ήδη τον 7ο π.Χ. αιώνα θεραπευτικές επεμβάσεις στο κρανίο εφαρμόζονταν με ειδική γνώση, όπως δείχνει το κρανίο νεκρής που αποκαλύφθηκε πρόσφατα στα Άβδηρα (εικ. 33α-β). Στην περίπτωση αυτή ο γιατρός χρησιμοποίησε τη λεπτή τεχνική της απόξεσης, για να αφαιρέσει τα θραύσματα χωρίς τον κίνδυνο να προξενήσει περαιτέρω σχισμοειδή κατάγματα με τον πριονισμό.
Αναγκαίο συμπλήρωμα όμως στο εργαλειακό οπλοστάσιο του γιατρού ήταν και διάφορα είδη από λαβίδες και τανάλιες (εικ. 34α-β), κατάλληλα για τον χειρισμό μαλακών ιστών, όπως οι αμυγδαλές, οι σταφυλές, οι αιμορροΐδες, ή για την εξαγωγή θραυσμάτων οστών ή ξένων σωμάτων.
Υπήρχαν και ιατρικά όργανα για ειδικές περιπτώσεις, όπως καθετήρες και ενδοσκόπια. Οι καθετήρες (εικ. 35α-β-γ), που ήταν λεπτοί χάλκινοι σωλήνες, χρησιμοποιούνταν σε περιπτώσεις κατακράτησης ούρων και εισάγονταν από την ουρήθρα. Για τους άντρες ήταν μακριοί και κυρτοί όπως το λατινικό S, για τις γυναίκες πιο κοντοί και ίσιοι.

Τα ενδοσκόπια ή διαστολείς (εικ. 36α-β-γ), οι διόπτρες των αρχαίων, χρησιμοποιούνταν για την εξέταση της μήτρας και του ορθού. Τα προοριζόμενα για την εξέταση του πρωκτού ήταν μικρά, με δύο έμβολα που άνοιγαν εισαγόμενα στο σώμα με πίεση των λαβών, ενώ τα κολποσκόπια ήταν μεγαλύτερα και διέθεταν τρία έμβολα, που άνοιγαν με τη βοήθεια κοχλιωτού μηχανισμού για την εξέταση της μήτρας. Το ένα από αυτά αποτραβιόταν με τον κοχλία, αφήνοντας τα άλλα δύο, που ήταν εφαρμοσμένα πάνω σε ελατήρια με τάση προς τα έξω, να ανοίγουν προοδευτικά.
Θα αναφέρουμε μια ακόμη κατηγορία βοηθητικών εργαλείων που χρησιμοποιούσε ο γιατρός κατά την εξέταση ή τις επεμβάσεις. Τα εργαλεία αυτά ήταν γνωστά ως μήλες ή κοπάρια (εικ. 37α-β-γ-δ-ε) και είχαν το σχήμα μικρής σπάθης ή κουταλιού με μακρύ στέλεχος που κατέληγε σε ένα κόμπο, που ονόμαζαν ελαία. Με αυτά μετρούσαν το βάθος των τραυμάτων, εξέταζαν τον λαιμό για τις αμυγδαλές, καυτηρίαζαν, έβαζαν φάρμακα σε πληγές, καθάριζαν τα αυτιά, έκαναν αποξέσεις και πολλά άλλα.
Οι γιατροί φύλασσαν και έπαιρναν μαζί τους κατά τις επισκέψεις τα φάρμακα και τα εργαλεία μέσα σε ειδικά κιβώτια και εργαλειοθήκες, που συχνά ήταν πλούσια διακοσμημένα. Οι ιατρικές αυτές «τσάντες» απεικονίζονται συχνά πάνω σε μνημεία , όπως π.χ. οι εργαλειοθήκες που είδαμε στο ανάγλυφο από το Ασκληπιείο της Αθήνας και στα δύο ανάγλυφα από την Όστια, ή μια τέταρτη που απεικονίζεται πάνω σε επιτύμβιο μνημείο γιατρού του 1ου μ.Χ. αιώνα από την Πέργαμο (εικ. 38α-β-γ-δ).
Έχουν, όμως, σωθεί και αρχαία τέτοια αντικείμενα, όπως χάλκινες κυλινδρικές εργαλειοθήκες γεμάτες με διάφορες μήλες (εικ. 39α-β-γ),
ή τo ξύλινο κιβωτίδιο στο Βερολίνο (40αi-ii) και το ελεφαντοστέινο στην Ελβετία (εικ. 40βi-iv), που στις θήκες τους ήταν αποθηκευμένα διάφορα φάρμακα. Και τα δύο φέρουν χαρακτηριστική ένθετη ή ανάγλυφη διακόσμηση με κεντρική μορφή τον Ασκληπιό.
ε. Θεραπευτικά κέντρα
Όπως ήδη αναφέρθηκε, νοσοκομεία με τη σημερινή έννοια δεν υπήρχαν στην αρχαιότητα. Οι δημόσιοι γιατροί προσέφεραν τις υπηρεσίες τους στο χώρο τους ή με επισκέψεις. Ως θεραπευτικά κέντρα κατά την αρχαιότητα μπορούν να χαρακτηρισθούν μόνο τα ιερά των ιαματικών θεών, από τους οποίους ο κύριος θεραπευτής ήταν ο Ασκληπιός. Μαζί με την οικογένειά του (εικ. 41α-β-γ-δ), τη γυναίκα του Ηπιόνη, τους γιούς του Μαχάονα και Ποδαλείριο και τις κόρες του Υγεία, Ακεσώ, Ιασώ και Πανάκεια λατρεύθηκε σε παραπάνω από 200 Ασκληπιεία στο χώρο της Μεσογείου [Πηγή φωτ.: Παντερμαλής Δ., Διον (1997), σ. 37-39, 79]
Οι αρχές της λατρείας του, που πρέπει να αναζητηθούν στη Θεσσαλία, χάνονται στους παλιότερους χρόνους. Το αντιπροσωπευτικότερο και πιο σεβάσμιο, όμως, ιερό του ήταν το Ασκληπιείο της Επιδαύρου (εικ. 42α-β-γ). Η λατρεία του εκεί ξεκίνησε το αργότερο στα μέσα του 6ου π.Χ. αιώνα και έφθασε στην πλήρη ακμή της κατά τον 4ο π.Χ. αιώνα. Ο ναός του θεού, η θόλος, σύμβολο της υπόγειας κατοικίας του, το Άβατο με το ιερό φρέαρ, χώρος της θαυματουργικής ίασης, το στάδιο και τα λουτρά, το μεγάλο ξενοδοχείο και πολλές άλλες δευτερεύουσες εγκαταστάσεις αποτέλεσαν τα στοιχεία ενός ολοκληρωμένου θρησκευτικού θεραπευτικού συγκροτήματος.
Ανάλογα ήταν τα στοιχεία και στο άλλο μεγάλο Ασκληπιείο στην Κω, το οποίο, όπως είδαμε, σχετιζόταν περισσότερο με την εξέλιξη της επιστημονικής ιατρικής (εικ. 43α-β-γ). Το ιερό αυτό αναπτύχθηκε πάνω σε τρία άνδηρα με στοές, κρήνες και λουτρά στο πρώτο, τον κύριο χώρο της λατρείας με τους ναούς και το βωμό στο δεύτερο, και ένα ακόμη ναό και στοές που λειτουργούσαν ως εγκοιμητήριο στο τρίτο. Τα περισσότερα πάντως Ασκληπιεία υπερηφανεύονταν ότι παρέλαβαν τη λατρεία από την Επίδαυρο.
Ένα από τα παλαιότερα ήταν το Ασκληπιείο της Αθήνας (εικ. 44), στην οποία υποδέχθηκε τον θεό ο Σοφοκλής το 420 π.Χ., και γι’ αυτό ο ποιητής ονομάσθηκε Δεξίων. Και εδώ ο ναός, η πηγή και το Άβατο είναι οι κύριες εγκαταστάσεις της λατρείας.

Ανάλογα ήταν και τα Ασκληπιεία της Κορίνθου (εικ. 45α-β-γ-δ-ε),
της Τροιζήνας (εικ. 46α-β) και πολλά άλλα.
Άλλο ένα σημαντικό Ασκληπιείο ήταν το ιερό της Περγάμου (εικ. 47α-β-γ). Ιδρύθηκε νωρίς από τον Αρχία, κάτοικο της Περγάμου, ευγνώμονα στον Ασκληπιό, που γιατρεύτηκε στην Επίδαυρο από στραμπούλιγμα του ποδιού σε κυνήγι. Τη μορφή που γνωρίζουμε σήμερα από τα ερείπιά του την απέκτησε κατά την εποχή της Ρωμαιοκρατίας. Και σε αυτο το Ασκληπιείο, όμως, κυριαρχούν ως βασικά στοιχεία η πηγή, ο ναός και το εγκοιμητήριο. Ένα διώροφο κυκλικό κτήριο διαμέτρου 60 μ. στη νοτιοανατολική πλαγιά, με εξωτερικό κυκλικό διάδρομο στο ημιυπόγειο επίπεδο και συμπαγή εσωτερικό χώρο με λουτήρες στην περιφέρεια, συνδεόταν με την περιοχή της πηγής με έναν υπόγειο διάδρομο μήκους ογδόντα μέτρων. Η χρήση του δεν είναι σαφής, θεωρείται πάντως ότι προοριζόταν για την παραμονή των ασθενών και την υποβλητική επικοινωνία τους με το θαυματουργό νερό της πηγής.
Η μακρινή Ρώμη υποδέχθηκε το θεό ύστερα από ένα λοιμό και χρησμό από το μαντείο των Δελφών το 293 π.Χ. Ο Ασκληπιός με τη μορφή φιδιού μπήκε κατά την παράδοση στο πλοίο που μετέφερε την πρεσβεία των Ρωμαίων στην Επίδαυρο, και όταν έφθασαν στον Τίβερη, γλίστρησε στο νερό και αποβιβάσθηκε στο νησί του ποταμού κοντά στη Ρώμη, όπου και ιδρύθηκε το ιερό του (εικ. 48α-γ).
Όμως, ο Ασκληπιός δεν ήταν ο μόνος θεραπευτής θεός. Ο πατέρας του ο Απόλλων, ως Παιήων, δηλαδή ως μαγικός θεραπευτής, εμφανίζεται ήδη στα μυκηναϊκά κείμενα και τον Όμηρο, ενώ στην Απολλωνία του Πόντου λατρευόταν ως Ιατρός (εικ. 49).
Στο ιερό της Επιδαύρου, αλλά και σε πολλά άλλα Ασκληπιεία, συλλατρευόταν με τον Ασκληπιό (εικ. 50) .

Το πρόσωπο του θείου θεραπευτή μπορούσε να εμφανίζεται και με τη μορφή ενός ήρωα. Τέτοιος ήταν ο Άμυνος (= ο αποτρέπων) στην Αθήνα, που είχε ένα ταπεινό περίβολο στους πρόποδες της Ακρόπολης, όπου έβρισκαν από τον 6ο π.Χ. αιώνα τη γιατρειά τους οι πάσχοντες (εικ. 51).

Το πιο χαρακτηριστικό, όμως, θεραπευτικό ιερό ήρωα ήταν το ιερό του Αμφιαράου στον Ωρωπό (εικ. 52α-β), στο οποίο εντοπίζονται τα βασικά στοιχεία της λατρείας του Ασκληπιού. Πρώτα από όλα η πηγή, όπου πίστευαν ότι ξανανέβηκε στη γη αθάνατος πια ο ήρωας. Ο Αμφιάραος είχε – όπως ο Ασκληπιός – χωθεί στη γη από τον κεραυνό του Διός μετά την ατυχή εκστρατεία των Επτά επί Θήβας. Στην πηγή εδώ έριχναν μάλιστα μετά την ίαση χρυσά ή ασημένια νομίσματα. Στο ιερό υπήρχαν επίσης τα κοιμητήρια και τα λουτρά.
Στο μάθημα αυτό ξεκινήσαμε με την επιστημονική ιατρική και τελειώνουμε με το θαύμα. Αλλά και σήμερα, αυτό δεν είναι που απομένει ως ελπίδα μετά την εξάντληση των δυνατοτήτων της επιστήμης;